Γράφει ο Κώστας Τρομπούκης Ιατρός-Ακτινοδιαγνώστης*
Το 2017 ήταν μια χρονιά ορόσημο για τον ελληνικό τουρισμό. Οι αφίξεις τουριστών απ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο και έδειξαν -κάτι που λίγο πολύ γνωρίζαμε- πως ο ελληνικός τουρισμός δεν έχει όρια. Αυτό ασφαλώς δεν οφείλεται στην Κυβέρνηση, η οποία παρότι βρήκε στρωμένο έδαφος, δεν έκανε τίποτα περισσότερο για να στηρίξει τον τουρισμό. Την ίδια στιγμή όμως, τα έσοδα από τους τουρίστες που φτάνουν στην πατρίδα μας δεν είναι ανάλογα με τα προσδοκώμενα και αυτό δημιουργεί εύλογα ερωτήματα. Στον τόπο μας, τη Χίο τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα και δημιουργούν ακόμα μεγαλύτερο προβληματισμό σε όσους ασχολούνται με τον τουριστικό κλάδο.
Διανύοντας πλέον τις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου, με την τουριστική περίοδο να έχει λήξει μπορούμε να βγάλουμε πιο ασφαλή συμπεράσματα για τις επιδόσεις μας στον τουρισμό για το 2017. Τι μας λένε όμως τα στοιχεία; Το 2017 ήταν ένα έτος, που ενώ είχαμε σε όλη τη διάρκεια της τουριστικής σεζόν αύξηση στις αφίξεις των τουριστών μέσω πτήσεων εσωτερικού, την ίδια στιγμή οι αφίξεις μέσω πτήσεων τσάρτερ από το εξωτερικό έκαναν βουτιά, που σχεδόν άγγιξε το 80% σε σύγκριση με το 2016. Την ίδια στιγμή τα νέα από τις ακτοπλοϊκές αφίξεις από το λιμάνι της Καβάλας δεν ήταν καλύτερα. Τα στοιχεία φέρνουν τη Χίο τρίτη στις προτιμήσεις των βορειοελλαδιτών, μένοντας πίσω από τη Λήμνο και τη Λέσβο. Αν συνυπολογίσουμε δε ότι νησιά, που επίσης επλήγησαν από την προσφυγική κρίση, όπως η Κως και η Σάμος, κατάφεραν να προσελκύσουν φέτος ξανά τουριστικά ρεύματα, τότε θα πρέπει να μας απασχολήσει ακόμα περισσότερο τί κάνουμε λάθος.
Αυτή τη στιγμή είναι γεγονός, ότι από την Χίο λείπει μια ολοκληρωμένη και συντονισμένη διαχείριση τουριστικού προορισμού (destination management) και γενικότερα απουσιάζουν συνέργειες που μπορούν να αναπτύξουν οι επαγγελματίες αναφορικά με τον προορισμό. Την ίδια ώρα, παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλά βήματα σε επίπεδο μεταφορικών υποδομών, εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική υστέρηση στην ποιότητα των υφισταμένων συγκοινωνιακών συνδέσεων. Τρανό είναι το παράδειγμα της Transavia, η οποία δεν θα φέρει Ολλανδούς τουρίστες στο νησί μας το 2018 ούτε μέσω της Μυτιλήνης, καθώς υπήρχαν έντονα παράπονα πως τα ωράρια των πλοίων ήταν σε δύσκολες ώρες με αποτέλεσμα πολλοί να ταλαιπωρούνται. Ένα ακόμη ζήτημα είναι η χρήση προϊόντων παραγωγής από το εξωτερικό. Η χρήση προϊόντων τοπικής ή πάντως Ελληνικής παραγωγής, τα οποία είναι ασύγκριτα σε γευστική και διατροφική ποιότητα αλλά και… σε διαφημιστική δύναμη, αποτελεί υψηλή προστιθέμενη αξία και όχι αφαιρούμενη.
Τέλος, πρέπει να μάθουμε ότι ο επισκέπτης δεν είναι πηγή εύκολου χρήματος χωρίς απαιτήσεις. Οι επισκέπτες μας έρχονται με τη βεβαιότητα ότι πηγαίνουν σ΄ έναν μοναδικό τουριστικό προορισμό, στη χώρα των ονείρων τους. Οι περισσότεροι κάνουν οικονομίες μιαν ολόκληρη χρονιά σκληρής δουλειάς, γι’ αυτές τις ολιγοήμερες διακοπές στον ήλιο, στη θάλασσα, στην Ελλάδα. Δεν πρέπει να τους διαψεύδουμε. Πρέπει να τους μένει η Ελλάδα χαραγμένη στο μυαλό ως μια ευχάριστη ανάμνηση, μια εμπειρία ζωής.
Αυτή η κατάσταση δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να διαιωνίζεται. Οφείλουμε οι ενεργοί πολίτες του τόπου μας να αναλάβουμε δράσεις και πρωτοβουλίες. Να έρθουμε σε μια ελάχιστη κοινή συνεννόηση. Να αναλάβουμε όλες εκείνες τις πρωτοβουλίες που απαιτούνται για να δοθεί προστιθέμενη αξία στο τουριστικό προϊόν της Χίου. Να φτιάξουμε ένα τουριστικό προϊόν δικό μας, που θα ανταποκρίνεται στις δικές μας ανάγκες και που θα είναι αντάξιο των προσδοκιών των επισκεπτών του νησιού μας. Ένα τουριστικό προϊόν που θα είναι στο μέτρο του εφικτού αυθύπαρκτο και δεν θα καθορίζεται από τις πολιτικές εξελίξεις στην Τουρκία ούτε από τις πολιτικές δεσμεύσεις ξένων πρέσβεων. Ένα τουριστικό προϊόν που θα αναδεικνύει τις ομορφιές και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του νησιού μας και που θα είναι άμεσα συνδεδεμένο με τα προϊόντα που παράγουμε εμείς οι ίδιοι. Ένα προϊόν που θα σέβεται τη φυσική ομορφιά και το περιβάλλον. Ένα προϊόν που θα έχει τη δική του ταυτότητα και θα κάνει τη Χίο με τη σειρά της ένα μοναδικό προορισμό στον κόσμο.
Για όλα αυτά και πολύ περισσότερα είναι αναγκαίο να ξεκινήσει μια σοβαρή και σε βάθος συζήτηση για τον τουρισμό στο νησί μας και ιδιαίτερα για την ανάγκη να περάσει επειγόντως στην προσφορά προϊόντος της «επόμενης γενιάς» και με τιμές ανταγωνιστικές.
Το νησί μας είναι ένας τόπος μοναδικός. Η πορεία του μέσα στους αιώνες το πιστοποιεί. Αυτός ο τόπος αξίζει να μετεξελιχθεί σ’ ένα τουριστικό προορισμό μοναδικό που θα προσφέρει μια εμπειρία ασύγκριτη στους επισκέπτες του. Να μετεξελιχθεί σ’ έναν προορισμό τόσο μοναδικό δηλαδή, όσο η ίδια του η ιστορία.
* Ο Κώστας Τρομπούκης είναι Επίκουρος Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.